Brother in arms
Στριγκλιές, πανικός αλλά για κάποιο λόγο δεν ταράχτηκα γιατί ενδιαμέσως των κραυγών άκουγα πνιχτά γέλια.
Το σκηνικό γνωστό. Δυο αδέρφια παίζουν ξύλο.
Με τον αδερφό μου με χωρίζουν μόλις 17 μήνες. Όταν γεννήθηκα σταμάτησε να τρώει και έκτοτε του έμεινε κουσούρι κι είναι σαν οδοντογλυφίδα.
Στην πορεία ξεπέρασε την φυσιολογική του ζήλια και μ’ αγάπησε πολύ. Με φρόντιζε (δηλαδή αποφάσιζε να μου αλλάξει πάνα κι απλά με έγδυνε και με γέμιζε ταλκ από πάνω μέχρι κάτω μέχρι να μοιάσω με κουραμπιεδάκι), με κοίμιζε (δηλαδή μου έβαζε το μαξιλάρι στο κεφάλι μέχρι να σκάσω) και έπαιζε μαζί μου (δηλαδή μου έκρυβε τις κούκλες και μ’εβαζε να παιζουμε κατς και να πέφτει ο ένας πάνω στον άλλο μέχρι να αποκτήσουμε βαριές κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις). Μια φορά μάλιστα μου έσωσε και τη ζωή καθώς άρχισε να ουρλιάζει και να με τραβάει από τα μαλλιά όταν εγώ λιποθύμησα μέσα στη μπανιέρα επειδή ήθελα να δω πόσο μπορώ να κρατήσω την αναπνοή μου (όχι και πολύ απ’ό,τι καταλαβαίνω!). Υποθέτω ότι στην συνέχεια το μετάνιωσε γιατί λίγο καιρό μετά η μαμά μου με βρήκε σκαρφαλωμένη στο παράθυρο έτοιμη να κάνω το απονενοημένο και τον αδερφό από κάτω να μου λέει «Πήδα ντε!».
Ήμασταν όμως δεμένα πολύ σαν αδερφάκια. Και τις βλακείες μαζί τις κάναμε και τις τιμωρίες μαζί τις τρώγαμε.
Όσο ο αδερφός μου ήταν μικρός, είχα το βαρύ καθήκον, αν και μικρότερη, να τον προσέχω (που λένε ότι τα κορίτσια είναι πιο ώριμα; Ε! αυτό!).
Έτσι, όταν εγώ τέλειωνα από το νηπιαγωγείο πήγαινα στην τάξη του αδερφού μου και περίμενα να τελειώσει το μάθημα για να του θυμίσω να μαζέψει τα πράγματά του και να πάρω και το μπουφάν του που θα το ξεχνούσε κρεμασμένο για πάντα. Και επειδή ήμουν και τσαούσα όταν ήμανε μικρό, κάθε φορά που ο αδερφούλης μου έμπλεκε σε καυγάδες, επειδή φορούσε γυαλιά και ήτανε φλωράκος, έριχνα κανα δυο μπούφλες και καθάριζα.
Όλα αυτά μέχρι την έκτη δημοτικού…. Όταν σε έναν από τους γνωστούς καυγάδες όπου ο αδερφός μου πάλι τις έτρωγε, του σπάσαν τα γυαλιά! Και τότε κατέβασε το κεφάλι κι όρμησε σαν το τραγί κατά των διωκτών του. Και για πρώτη φορά επικράτησε.
Κι από τότε λες και μπήκε ο δαίμονας μέσα του!!
Η συμπεριφορά του άλλαξε άρδην. Από το καλό παιδί της μαμάς (μα πολύ μαμάκιας ρε παιδί μου) έγινε τραμπούκος κανονικός. Και να τα μαλλιά, και να τα κολλητά παντελόνια και οι μπλούζες με τα συγκροτήματα, και να οι αλυσίδες που θα ζήλευαν πολλά κάτεργα κι από πίσω εγώ, να ακολουθώ τα βήματά του κι από κοριτσάκι τόσο δα να γίνομαι το καφράκι που ακούει Metal και χτυπιέται σαν το κομπρεσέρ και περπατά σαν νταλικέρης και σέρνει και τις Βέρμαχτ γιατί σιγά μην μπορούσα να τις σηκώσω κιόλας.
Και μετά περάσαμε και την εφηβεία του, όπου όπως κάθε φυσιολογικός νέος αποφάσιζε κάθε τρεις και λίγο ότι δεν αντέχει την καταπίεση κι έπαιρνε τους δρόμους κι έτρεχα εγώ με τους γονείς μου μες τη μαύρη νύχτα να τον ξετρυπώσουμε από τις ταράτσες των φίλων του όπου άραζε ή από τις πλατείες και τα πάρκα όπου κρυβόταν. Μετά του πήραν ηλεκτρική κιθάρα κι αποφάσισε να μην ξαναεγκαταλείψει την πατρική εστία γιατί ο ενισχυτής είναι βαρύς και που να τον κουβαλάς. Άσε που είχε αρχίζει να ξυπνάει μέσα του το αντράκι και δεν άφηνε φίλη για φίλη που έφερνα σπίτι.
Απ’ όλα είχαμε, παράπονο κανένα!
Αυτό που μου άρεσε πιο πολύ ήταν ότι είχα παρέα. Παρέα για παιχνίδι, για κουβέντα, για καβγά, για ξύλο. Πολύ ξύλο έχω φάει. Μέχρι πριν από λίγο χρόνια έσκυβα το κεφάλι κάθε φορά που σήκωνε κάποιος το χέρι του δίπλα μου μη τυχόν και φάω καμιά ανάστροφη. Αλλά δεν με πειράζει. Δεν θα το άλλαζα.
Αναγκαστικά άρχισα να καταλαβαίνω καλύτερα και τα αγόρια.
Το εφηβικό μας δωμάτιο ήταν πάντοτε γεμάτο με συμμαθητές του και γινόταν κόλαση.
Έμαθα τι θεωρούν αστείο, ποια είναι τα όρια της καφρίλας, γιατί δεν πλένονται ποτέ, γιατί κάνουν διαγωνισμό ρεψίματος και άλλων τέτοιων διασκεδαστικών και πότε πρέπει να παραμένω σιωπηλή και απλά να απολαμβάνω το θέαμα ή να φεύγω τρέχοντας μην έχουμε απώλειες.
Μου λείπει τόσο πολύ μερικές φορές. Τον έχει φάει η γκρίνια του και δεν έχει καθόλου πλάκα.
Καλημέρα και καλή εβδομάδα σε όλους!